Ήταν 19 Αυγούστου του 1936 όταν ο ποιητής Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα έπεσε νεκρός από τα πυρά των στρατιωτών του Φράνκο. Δύο ημέρες πριν οι φαλαγγίτες τον συνέλαβαν στη Γρανάδα. Το πρωί της 19ης τον πυροβόλησαν στο Βιθνάρ. Έτσι έκλεισε ο σύντομος κύκλος της ζωής ενός εκ των μεγαλύτερων ποιητών του αιώνα μας.
Γεννήθηκε το 1898 στην Ανδαλουσία. Γιoς αγρότη και δασκάλας πιάνου, ποιητής, συγγραφέας και μουσικός. Εγκατέλειψε τις σπουδές του στη νομική για να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία, τη μουσική και τη ζωγραφική.
Το 1919, εγκαταστάθηκε στη Φοιτητική Κατοικία του Πανεπιστημίου της Μαδρίτης, που τότε λειτουργούσε ως ανοιχτό πανεπιστήμιο, πολιτιστικό κέντρο, της ισπανικής πρωτεύουσας. Εκεί συνάντησε τον Σαλβαδόρ Νταλί, τον σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ, τον ποιητή Ραφαέλ Αλμπέρτι και τον Χιμένεθ. Την ίδια περίοδο συνέθεσε τα πρώτα του ποιήματα που κυκλοφόρησαν το 1921, με τίτλο Βιβλίο Ποιημάτων. Λίγο νωρίτερα, το 1918, είχε δημοσιεύσει το έργο Εντυπώσεις & Τοπία περιδιαβαίνοντας την Καστίλη.
Το 1922, συνεργάστηκε με τον συνθέτη Μανουέλ ντε Φάγια στο Φεστιβάλ Λαϊκής Μουσικής, στη Γρανάδα. Στις παραδόσεις της λαϊκής και τσιγγάνικης μουσικής, πίστευε πως βρίσκει τη βάση των ποιητικών και πνευματικών του ενορμήσεων. Δημιούργημα του, εκείνη την εποχή, ήταν το Ποίημα Του Κάντε Χόντο, λαϊκό τραγούδι της Ανδαλουσίας, που τραγουδιέται από τσιγγάνους με συνοδεία κιθάρας και λίγο αργότερα, το 1924, ξεκίνησε να γράφει το Ρομανθέρο Χιτάνο, έργο που ολοκλήρωσε τελικά το 1927, σύνθεση 18 ποιημάτων με σταθερή στιχουργική μορφή, έκφραση μιας από τις αρχαιότερες μορφές ισπανικής ποίησης. Την ίδια περίοδο συνέθεσε και την Ωδή στον Σαλβαντόρ Νταλί ενώ παράλληλα έγραψε το θεατρικό έργο Μαριάνα Πινέδα, που πρωτοπαρουσιάστηκε στη Βαρκελώνη, την ίδια χρονιά, σε σκηνογραφία Νταλί, σημειώνοντας επιτυχία.
Τα έτη 1929-1930, αναζήτησε νέες πηγές έμπνευσης και ταξίδεψε στις ΗΠΑ και στην Κούβα. Οι εμπειρίες του στις Ηνωμένες Πολιτείες αξιοποιήθηκαν στο ποίημα «Ένας Ποιητής Στη Νέα Υόρκη». Επέστρεψε στην Ισπανία το 1931 και συνέθεσε το Ντιβάνι της Ταμαρίτ, ενώ παράλληλα δούλεψε και πάνω σε έργα για το κουκλοθέατρο. Εκεί έδειξε ξεκάθαρα πως επέλεγε ως κύρια ενασχόλησή του, τη συγγραφή θεατρικών και τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του ολοκλήρωσε τις κορυφαίες του δημιουργίες: Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα, Ματωμένος Γάμος, Γέρμα, Θρήνος για Τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας, τραγωδίες με θέμα τη κοινωνική καταπίεση κι έκδηλο το ανθρώπινο στοιχείο.
Με την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας, οργάνωσε μία θεατρική ομάδα υπό την ονομασία La Barroca, η οποία με τη βοήθεια του Υπουργείου Παιδείας, έδωσε παραστάσεις κλασσικών έργων σε χώρους εργατών κι αγροτικές περιοχές. Το 1936 υποδέχθηκε τον Αλμπέρτι, καθώς επέστρεψε από τη Μόσχα. Συνέταξε μια διακήρυξη συγγραφέων κατά του φασισμού κι ξεκίνησε να γράφει μια σειρά θεατρικών σκηνών με μορφή επιθεώρησης, ωστόσο τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, ξέσπασε ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος.
Ο μεγάλος ποιητής γεννήθηκε το 1898 στην Ανδαλουσία
Οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν ότι ο Λόρκα εκτελέστηκε στο Αλφακάρ, ενώ πολλοί πίστευαν ότι είχε ταφεί στην περιοχή αυτή, μαζί με άλλους εκτελεσθέντες. Πέρυσι, οι αρχές της Ανδαλουσίας διέταξαν το άνοιγμα του συγκεκριμένου τάφου, κατόπιν αιτήματος των οικογενειών των άλλων πέντε ανθρώπων που πιθανολογείτο ότι είχαν ταφεί εκεί. Από την ανασκαφή και την έρευνα που έγινε στο χώρο όμως δεν βρέθηκε τίποτα.
Το τέλος του πολέμου έφερε μαζί του και την «Συμφωνία για Λήθη», μια συμφωνία ανάμεσα στην κυβέρνηση και το στρατό, η οποία άνοιξε την πόρτα για τη Δημοκρατία με αντάλλαγμα γενική αμνηστία για το καθεστώς του Φράνκο. Πρόσφατα όμως εμφανίστηκαν ρωγμές στη συμφωνία.
Η κυβέρνηση των σοσιαλιστών, το 2007, ψήφισε το Νόμο της Ιστορικής Μνήμης, η οποία για πρώτη φορά αναγνώριζε επίσημα τα θύματα της δικτατορίας του Φράνκο. Ο νόμος επιτρέπει σε όποιον έχει αποδείξεις για ομαδικό τάφο να ζητήσει την βοήθεια του κράτους για την εκταφή και την ταυτοποίηση των λειψάνων.
Τον Οκτώβριο του 2008, έπειτα από μια δεκαετία προσπαθειών από οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων της Ισπανίας, ο δικαστής Μπαλτάσαρ Γκαρθόν διέταξε την εκταφή και αναγνώριση των θυμάτων από 19 ομαδικούς τάφους, μεταξύ των οποίων και αυτός όπου θεωρείται του Λόρκα. Ωστόσο, 73 χρόνια μετά το θάνατο του, η αντίσταση στην εκταφή της καταπιεσμένης μνήμης της χώρας παρέμενε ισχυρή. Μια εβδομάδα μετά την έκδοση της απόφασης του Γκαρθόν, ο ανώτατος εισαγγελέας της χώρας, Χαβιέρ Θαραγόθα, την αμφισβήτησε με το σκεπτικό ότι δεν ενέπιπτε στην αρμοδιότητα του Γκαρθόν η υπόθεση.
Ο δικαστής Γκαρθόν, πιθανόν φοβούμενος την περίπτωση σύμπνοιας του Ανώτατου Δικαστηρίου με τον Θαραγόθα, έστειλε την υπόθεση στα κατά τόπους δικαστήρια, επιχειρώντας έτσι να κρατήσει την υπόθεση ανοιχτή. Τελικά δόθηκε το «πράσινο φως» και η οικογένεια του Λόρκα που είχε αρχικά αντιρρήσεις, στο τέλος έδωσε τη συγκατάθεσή της και οι εργασίες ξεκίνησαν τον Νοέμβριο του 2009. Αλλά δεν βρέθηκε τίποτε που να αποδεικνύει ότι εκεί είχε ταφεί ο συγγραφέας του «Ματωμένου γάμου».