Φοβάμαι τους ανθρώπους που έχουν χάσει την ικανότητα να συντρίβονται. Αυτούς που τρώνε, κοιμούνται και ζουν, σαν να μην έχει σταματήσει ο κόσμος. Αυτούς που δεν έχουν παραλύσει ούτε για μια στιγμή, από φόβο, αγωνία ή θυμό για όσα γίνονται. Αυτούς που θεωρούν «γραφικούς» όσους πεινούν και διψούν ελευθερία, όσους κοιμούνται και ξυπνούν ονειρευόμενοι ελευθερία, όσους «μεταλαμβάνουν» ελευθερία.
Φοβάμαι τους εθνικόφρονες, τους πατριδολάγνους, τους «ειδωλολάτρες», τους «οπαδούς». Φοβάμαι όσους απαντάνε με τσιτάτα «Εγώ είμαι …… και τούτος ο τόπος βγάζει απροσκύνητους». Που ξεχνούνε πως κάποτε περηφανευόταν για μπλε και πράσινα νησιά. Που χάρισαν τη «δημοκρατία» σ’ ένα «γέρο», το «έθνος» σ’ έναν «εθνάρχη» και την Ελευθερία σ’ έναν «Ελευθέριο». Που ξεχάσαν τα «ιδιώνυμα» και τους εμπνευστές τους και είπανε δημοκρατία τη χούντα των πολλών. Που αποκαλούσαν «καπεταναίους» αυτούς που βασάνιζαν αγωνιστές του ΕΑΜ μετά την απελευθέρωση.Που δεν θέλουν να ξέρουν πως η ταράτσα της μπουμπουλίνας, απλά μεταφέρθηκε στα υπόγεια της ΓΑΔΑ. Που δέχτηκαν μια μισοπεθαμένη γραία να την πούνε αποκαταστημένη, με το σύνθημα «Καραμανλής ή τανκς». Που έφυγε ο Καραμανλής και ήρθε ο Ανδρέας, ο Κωνσταντίνος, ο Κώστας κι ο Κωστάκης, ο Γιωργάκης, ο Τραπεζίτης και ο Έσχατος με τη συμμορία του, κι αυτούς λειψούς τους γράφω. Που ερχότανε και φεύγανε οι αγαπητικοί της εξουσίας αλλά τα τανκς πάντα εκεί. Να ισοπεδώνουν ζωές. Μόνο ν’ αλλάζουν που και που ονόματα. Να μην τα λένε τανκς ας πούμε, αλλά να τα λένε ευρώ, Ε.Ε. και «Αγορές». Η απειλή όμως πάντα εκεί, να επικρέμεται για να μην ξεχνάμε τι θα ήμασταν χωρίς αυτούς. Φοβάμαι αυτούς που δεν μπορούνε να γκρεμίσουν τα είδωλα. Φοβάμαι όσους φοβούνται την «Αποκαθήλωση», γιατί εμένα είναι η αγαπημένη μου γιορτή.
Φοβάμαι την αριστερά του «εφικτού και της κυβερνησιμότητας». Φοβάμαι την αριστερά που αγαπά την εξουσία πιο πολύ απ’ την ελευθερία. Που φοβάται ν’ ακούσει δημοσίως τα λάθη της, γιατί τα εν οίκω μη εν δήμω. Και ξέχασαν ότι τούτος δω ο οίκος και ο δήμος δεν είναι ιδιοκτησία κανενός. Φοβάμαι την αριστερά που συναναστρέφεται τους «βοσκούς» πιο πολύ απ’ το «ποίμνιο» (μισητές λέξεις και οι δύο). Που αναγνωρίζει το ΣΕΒ ως κοινωνικό εταίρο και που έχει κάτι – οτιδήποτε – να πει, με την «ολύμπια» Γιάννα. Φοβάμαι την αριστερά που θα διαχειριστεί ό,τι θα έπρεπε να συντρίψει. Φοβάμαι για όσους θα εντάξει τούτη δω η αριστερά στην κατηγορία «του μη εφικτού», γιατί οι αγορές και οι εταίροι μας, τους θεωρούν εδώ και καιρό ως "αναγκαίες απώλειες". Φοβάμαι τις απώλειες όταν τις λένε Γιώργο, Κώστα ή Ελένη. Φοβάμαι τα ηλίθια χαρτιά "άμα τη εμφανίσει", όταν αυτά τα θεωρούν απώλειες.
Φοβάμαι τους ανθρωπιστές κάθε είδους, τους ελεήμονες και τους φιλάνθρωπους. Αυτούς που τον οίκο μας και την ψυχή μας, τα δώσανε προίκα σε θεούς και μητροπολίτες. Και τους άλλους, που με το ένα χέρι δίνουνε και με το άλλο χαϊδεύουν το γουναρικό τους. Που χέρι υψωμένο ενάντια στην αδικία, δεν ύψωσαν πάντως ποτέ. Που λένε ανενδοίαστα πως αταξική κοινωνία δεν δύναται να υπάρχει - αρκεί βέβαια εκείνοι να είναι στην τάξη των εχόντων. Φοβάμαι όσους αγαπάνε τις βρωμοκαταθέσεις τους περισσότερο απ' τους ανθρώπους. Φοβάμαι τους ανθρωπιστές που λένε ότι είναι δυνατόν η ανθρωπιά να συνυπάρχει με τον υλικό πλούτο στο ίδιο πρόσωπο. Που ωχριούν μπροστά στην ιδέα, από τα δύο σπίτια τους να δώσουν το ένα – γιατί ο Χριστός τους, τους είπε λέει μόνο για χιτώνες.
Φοβάμαι όσους έχουν εξουσία. Όσους μοιράζουν ποινές σαν στραγάλια, όσους αγαπάνε την τάξη τούτου δω του άθλιου κόσμου και δε θέλουν να τη γκρεμίσουν. Όσους οχυρωμένοι πίσω από ένα γκλομπ, μιαν ασπίδα, μια καρέκλα, μια θεσούλα, ένα γραφειάκι και τέσσερις τοίχους, επιδεικνύουν τη μίζερη και κακόμοιρη εξουσία τους στον αμέσως από κάτω.
Φοβάμαι όσους αγαπούν την εξουσία. Αυτούς φοβάμαι τελικά πάνω απ’ όλα. Γιατί η εξουσία πάντα θα προϋποθέτει δυνάστες και καταδυναστευόμενους, θύματα και θύτες, ειδήμονες και αδαείς, δυνατούς και αδύναμους. Φοβάμαι όσους δεν έχουν διανοηθεί ποτέ ότι το να εξουσιάζεις δεν είναι τίποτα μπροστά στο να σέβεσαι… ή ακόμα καλύτερα να αγαπάς.
Και φοβάμαι όσους θα δουν σε τούτο δω το γραπτό, ένα κείμενο φόβου. Γιατί δεν είναι τίποτα άλλο παρά πεισματική ελπίδα: Ότι η μόνη μας λύση είναι να σώσουμε ο ένας τον άλλο. Ότι τα βαθύτερα ένστικτά μας –πριν τα επικαλύψει η «παιδεία τους»- δεν είναι αυτά της καταστροφής αλλά της αλληλοβοήθειας. Ότι είμαστε –τώρα, τούτη δω τη στιγμή – πολύ καλύτεροι απ’ όσο πιστεύουμε και απ’ όσο θα μπορέσει να γίνει ποτέ, ακόμα και ο πιο «χαρισματικός» τους ηγέτης. Ότι δεν έχουμε να φοβόμαστε ο ένας τον άλλο, ως προσπαθούν να μας πείσουν οι νόμοι τους. Αυτούς έχουμε να φοβόμαστε, που κόβουν και ράβουν και μοιράζουν τον κόσμο στα μέτρα τους. Ο ένας στον άλλο, έχουμε πολλή ελπίδα και στήριξη και μοίρασμα να δώσουμε και να πάρουμε. Και δεν είναι καμιά μεταφυσική πίστη τούτη δω. Αν θέλουμε να ξαναγράψουμε τη μοίρα μας, «τις χαρακιές της παλάμης» μόνο εμείς μπορούμε να τις γυρίσουμε. Να γίνουμε από ανάδελφοι αδελφοί. Ό,τι δεν έχει ο αδερφός μου, δεν το θέλω ούτε εγώ. Ή όλοι ή κανείς.
«Αδελφοποίηση» τη λένε… και κάποτε την ήξεραν... Δια αίματος ή δια ψυχών…
Πέλα Μαρκετάκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου